Saturday, October 19, 2013

H Κρίση του Αυτοείδωλου...

Θεόδωρος Ι. Ζιάκας
Πρόλογος 2013
Οι αναλύσεις για την εξελισσόμενη εθνική κρίση είναι πλέον αναρίθμητες. Πολιτικές, οικονομικές και ηθικολογικές. Κοινός παρονομαστής τους το παραδοσιακό ερώτημα: «τις πταίει;». -Φταίει η πολιτική ηγεσία, λένε οι μεν. Φταίει ο λαός που τους ψηφίζει, συμπληρώνουν οι δε. Φταίει κι ο καθένας μας χωριστά, λένε όλοι, επειδή είμαστε καλοπερασάκηδες και απερίσκεπτοι αμοραλιστές. Ή αλλιώς: φταίτε και σεις οι δήθεν ανεύθυνοι, αφού «μαζί τα φάγαμε»... Πριν απ’ όλα βέβαια φταίει ο Ιμπεριαλισμός. Αλλά μαζί του φταίει κι ο λαός, που παρά τις εκκλήσεις δεν ξεσηκώνεται εναντίον του. Που αρνείται να δεχτεί ότι υπάρχει εναλλακτική λύση και είναι δεδομένη: ο σοσιαλισμός και ο εν συνεχεία κομμουνισμός...



Και ασφαλώς, εφόσον υπεύθυνοι για την καταστροφή είμαστε «εμείς οι ίδιοι», έπεται κατ’ ανάγκην ότι είμαστε και οι πλέον ακατάλληλοι να μας σώσουμε... Γι’ αυτό και εναποθέσαμε την πάσαν ελπίδα μας στα στιβαρά χέρια του γερμανικού Διευθυντηρίου της ευρωπαϊκής μας Οικογένειας. Άλλη λύση δεν βλέπουμε. Και ελπίζουμε, ότι είναι «θέμα χρόνου» να ολοκληρωθεί ο «κύκλος» της κρίσης και να «επιστρέψουμε στην ανάπτυξη». Άλλωστε, όπως ξέρουν και τα μικρά παιδιά, οι κρίσεις του καπιταλισμού δεν κρατούν για πάντα. Υπομονή λοιπόν και όλα θα πάνε καλά!

Αν και δεν βλέπω λογικό ειρμό σε όλα αυτά δεν θα τα κρίνω. Ούτε οικονομολόγος είμαι, ούτε πολιτικός επιστήμων και γενικά ούτε καν πανεπιστημιακός. Δεν αποκλείεται, εξ άλλου, να τα αποδελτιώνω και λάθος. Γι’ αυτό και στέκομαι αποκλειστικά στις μελέτες που έχω κάνει ο ίδιος, -παρότι αναφέρονται στον τελείως διαφορετικό γνωστικό χώρο της πολιτισμικής ανθρωπολογίας. Βέβαια στο γνωστικό αυτό πεδίο βλέπουμε τα φαινόμενα από τη σκοπιά της μεγάλης διάρκειας και είναι επισφαλές να κάνει κανείς εξειδικευτικές καταδύσεις στο επίπεδο της βραχείας διάρκειας.

Στο κείμενο που ακολουθεί θα παρουσιάσω την γενική εικόνα που λαμβάνει κανείς αν κοιτάξει την εποχή μας με τα γνωσιολογικά γυαλιά της εν λόγω ανθρωπολογίας. Το συμπέρασμα που βγάζω από την εικόνα της «μεγάλης κλίμακας» είναι εντελώς αντίθετο από τις κρατούσες στη «μικρή κλίμακα» και λέει ότι δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα έτσι όπως είμαστε ... Πρόκειται βέβαια για το δικό μου συμπέρασμα. Ο αναγνώστης μπορεί να βγάλει το δικό του. Η ανάλυση έχει την αυτονομία της. Γράφτηκε άλλωστε αρκετά χρόνια πριν το 2009. (Σ’ αυτήν βασίστηκε, πιο συγκεκριμένα, το κεφ. 1 του μέρους ΙΙΙ του βιβλίου Αυτοείδωλον εγενόμην... Αρμός 2005.)

Η ΑΥΤΟΘΕΩΣΗ, Η ΣΥΣΤΗΜΙΚΗ ΑΠΡΟΣΩΠΙΑ, Ο DIGITAL MAN ΚΑΙ ΕΜΕΙΣ

H Νεωτερικότητα (ο νεωτερικός πολιτισμός) στηρίχτηκε σε δύο παραδόσεις: τη λατινική-κολεκτιβιστική και τη νορδική-ατομοκρατική, σε μια «αντιγραικική» (contra errores graecorum) αντιφατική συγκόλληση, υπό νορδική ηγεμονία. Το ανθρωπολογικό πρότυπο της νεωτερικής συγκόλλησης, ήταν το νεωτερικό Άτομο, -«άτομο» μεν αλλά πολύ διαφορετικό από την προηγούμενη ιστορική μορφή του, το ελληνικό Άτομο. Η ειδοποιός διαφορά του νεωτερικού Ατόμου είναι η συστημική απροσωπία της αυτοαναφορικότητάς του. Το Άτομο αυτό συγκροτήθηκε στη βάση μιας ακαταγώνιστης «προμηθεϊκής» ορμής για την «κατάκτηση του ουρανού», με αντίτιμο ακριβώς την αποπροσωποίησή του και την υπαρξιακή αποξένωσή του μέσα στον ασφυκτικό κλοιό των συστημικών προϋποθέσεών του. Τα στοιχεία αυτά, τα εντελώς ξένα προς την ελληνική ατομικότητα, καθόρισαν και την τραγική αδυναμία αυτής της τελευταίας να τα ενσωματώσει, ώστε να φτιάξει μια λειτουργική, μη σχιζοειδή, εκδοχή ελληνικής νεωτερικής ταυτότητας. Ας τα δούμε από πιο κοντά.


1. Η αυτοθέωση

Η αυτοαναφορικότητα νοηματοδοτεί, κατ’ αρχάς, τη νεωτερική σημασία της ατομικής ελευθερίας. Ελεύθερος είναι ο αυτοαναφορικός άνθρωπος: ο αυτο-νοηματοδοτούμενος, ο αυτο-προσδιοριζόμενος, ο αυτο-εφευρισκόμενος, ο αυτο-πραγματωνόμενος.

Η νεωτερική αυτοαναφορικότητα ορίζει την ατομική ελευθερία μου ως τρόπο να υπάρχω άσχετα-ανεξάρτητα από την παρουσία του Άλλου. Του Άλλου ως μεταφυσικού και φυσικού κόσμου, αλλά και ως συνανθρώπου-Πλησίον. Ως προς τα δύο πρώτα το πράγμα είναι κατανοητό και εμφανές στην ίδια την πολιτισμική μας πραγματικότητα: Έχουμε έναν παγκόσμιο πολιτισμό, ο οποίος δεν πιστεύει ότι υπάρχει κάτι που να τον υπερβαίνει. Έχει υποτάξει όλες τις προ αυτού υπέρτερες μεταφυσικές και φυσικές δυνάμεις. Τα μαύρα λάβαρα του Marlow είναι ήδη καρφωμένα στο στερέωμα. Και η σφαγή των θεών έχει πραγματοποιηθεί από καιρό. Ο κόσμος (ο φυσικός κι ο μεταφυσικός) έγινε ουδέτερος σωρός ύλης-ενέργειας. Ο νεωτερικός-τεχνοσυστημικός άνθρωπος είναι τώρα ο μοναδικός αληθινός θεός: ο Ανθρωποθεός. Η Ιστορία είναι η Βίβλος της Αποκάλυψής του.

Η πλέον απόλυτη μορφή συλλογικής αυτοαναφορικότητας-αυτονομίας ήδη επιτυγχάνεται, καθώς ο τεχνητός κόσμος επεκτείνει συνεχώς την κυριαρχία του πάνω στον φυσικό κόσμο. Τα όποια «κόστη» (οικολογικά κ.ά.) είναι «προσωρινά», αφού για τον «προμηθεϊκό» τούτον άνθρωπο δεν υπάρχει πρόβλημα που προοπτικά να μην είναι τεχνολογικώς αντιμετωπίσιμο. Μπρος στην κοινωνική πραγμάτωση της αυτοαναφορικότητάς του διαλύεται κάθε άλλη πραγματικότητα. Η ατομική αυτονομία, ως κλάσμα της τεχνολογικώς κεκτημένης και εκθετικώς αυξανόμενης συλλογικής αυτονομίας, έναντι της Φύσης και της Μεταφύσης, βλέπει τον ορίζοντά της να προεκτείνεται δυνητικά μέχρι το άπειρο. Η πλήρης και ουσιαστική εξατομίκευση της συλλογικής αυτονομίας, αναμένεται, αργά ή γρήγορα, να υπερβεί και το όριο-σκάνδαλο του θανάτου. Το νεωτερικό άτομο μπορεί να γίνει αθάνατο, χάρη στην ανάπτυξη της επιστήμης και της τεχνολογίας. Ξέρει ήδη καλά ότι η μηχανή δεν πεθαίνει, όταν για κάθε εξάρτημά της υπάρχουν ανταλλακτικά. Η προσδοκία της αυτοθέωσης, η μεσσιανική ουσία του νεωτερικού εξατομικευτικού μύθου, αναμένει αναπόφευκτη την επαλήθευσή της.

Τη Φύση μπορούμε να την παρακάμψουμε. Αρκεί να φτιάξουμε έτσι την κοινωνία, ώστε η Φύση να μην αποτελεί εμπόδιο στην πραγμάτωση της αυτοαναφορικής ατομικότητας. Αφ’ ης στιγμής η φύση είναι «απεριόριστα εκλογικεύσιμη» και άρα κυριαρχήσιμη, ο σκοπός δεν είναι ανέφικτος. Βασισμένοι στην αρχή αυτή μπορούμε να κατασκευάσουμε έναν τεχνητό κόσμο, να κλειστούμε μέσα σ’ αυτόν και τη Φύση να την αφήσουμε «απ’ έξω». Τι είναι η νεωτερική μεγαλούπολη, η χτισμένη μέσα στην Τεχνόσφαιρα και πάνω στη Βιόσφαιρα, έτσι ώστε η ενοχλητική παρουσία αυτής της τελευταίας να μην περιορίζει τον αυτοαναφορικό μας ορίζοντα;

Βεβαίως, για να πετύχει το στρατήγημα, ζωτική προϋπόθεση ήταν να ξεμαγευτεί-απομυθοποιηθεί ο Κόσμος. Ο αρχαιοελληνικός κόσμος, για παράδειγμα, ο «πλήρης θεών», με τίποτα δεν θα μπορούσε να δεχτεί το νεωτερικό εγχείρημα. Ήταν επίσης απαραίτητο να «απομυθοποιηθεί» το υποκείμενο, «να σφαχτούν οι θεοί» του, ώστε να απελευθερωθεί και να μεγαλουργήσει το αποτελεσματοκρατικό-χρησιμοθηρικό και πειραματικό-επιστημονικό πνεύμα. Παραδόξως, τότε μόνο θα ελευθερωνόταν από τα μεταφυσικά συμφραζόμενά της και η «αυτοαναφορικώς» μεθερμηνευόμενη χριστιανική αλήθεια για τη «βασιλεία του θεού» που είναι «μέσα» μας.

Αν η παρουσία της Φύσης και της Μεταφύσης επιδέχεται απαλοιφή, πώς ωστόσο παρακάμπτεται ο πανταχού παρόν Πλησίον-Άλλος; Το θέμα δεν είναι να τον εξαφανίσω, ως φυσική παρουσία, ούτε να κλείσω τα μάτια για να μην τον βλέπω. Ακόμα και στο νησί του αυτοαναφορικού Ροβινσώνα είναι απαραίτητος ο μαύρος, ο Παρασκευάς... Το θέμα είναι πώς ο αυτοαναφορικός μου ορίζοντας δεν θα απειλείται από την ενοχλητική παρουσία του Πλησίον-Άλλου. Πώς θα συνυπάρχουμε, ως αυτοαναφορικές - άσχετες μεταξύ τους ατομικότητες και οι αυτοαναφορικοί μας ορίζοντες δεν θα συμπλέκονται ούτε καν θα εφάπτονται.

Δύο αιώνες πλήρους Νεωτερικότητας απέδειξαν ότι το πρόβλημα επιδέχεται λύση. Αρκεί, πριν απ’ όλα, να συνομολογηθεί ότι η αγνόηση της προσωπικής ετερότητας είναι το θεμέλιο, το πρόταγμα, η πολιτισμική επιλογή, ο άξονας αναφοράς της κοινωνικής μας συγκρότησης. (Χρ. Γιανναράς, Η απροσωπία του δικαιώματος). Εφόσον είμαστε Άτομα, αποφασισμένα να αυτοεπιβεβαιώνονται ως απρόσωπη σχέση, η κοινωνία που θα συγκροτήσουμε πρέπει να μας εκδέχεται ως Άτομα απρόσωπα, ως κλώνους καλύτερα μιας απρόσωπης αυτοαναφορικής κοινωνικής ουσίας. Το δεύτερο προαπαιτούμενο, είναι η πάση θυσία αποφυγή της αμεσότητας των σχέσεων. Γιατί στην άμεση σχέση είναι αδύνατο να μην επισυμβεί η ανάδυση της επίφοβης προσωπικής ετερότητας. Η παρουσία της προσωπικής ετερότητας του πλησίον-άλλου κινδυνεύει να διατρήσει τον απρόσωπο πλακούντα, μέσα στον οποίο ενοικεί η αυτοαναφορική ατομικότητά μου. Οι σχέσεις μας πρέπει να είναι πάντοτε διαμεσολαβημένες, ώστε να λειτουργεί η τεχνητή αποπροσωποποίησή τους. Η απρόσωπη διαμεσολάβηση των σχέσεων, μαζί με την καταστατική απροσωπία του υποκειμένου, θα ήταν οι αναγκαίοι και ικανοί όροι για την εφικτότητα του αυτοαναφορικού κοινωνικού εγχειρήματος.

Στην ενόραση του Σαρτρ «κόλαση είναι ο άλλος». Πιο συγκεκριμένα: «όταν τρία άτομα μοιράζονται το ίδιο κελί». Είναι «κόλαση», γιατί οι σχέσεις είναι εκεί άμεσες και το πρόσωπο του νεωτερικού Ατόμου δεν μπορεί να κρυφτεί πίσω από ένα απρόσωπο εξατομικευμένο κοινωνικό προσωπείο. Η εγγύτητα εμποδίζει τη λειτουργία της απρόσωπης κοινωνικότητας. Οι συμπαραδηλώσεις στο κείμενο του Σαρτρ (Κεκλεισμένων των θυρών) είναι συγκλονιστικές: Είναι τρεις στο ίδιο κελί. Μιλάμε για ένα να κελί στην Κόλαση. Όπου μάλιστα τα κλειδιά είναι από μέσα, αλλά οι κολασμένοι δεν διανοούνται να ανοίξουν την πόρτα και να δραπετεύσουν. Και γιατί είναι κολασμένοι; Επειδή δεν μπορούν, συνασπιζόμενοι οι δύο εναντίον του τρίτου, να τον σκοτώσουν. Είναι ήδη νεκροί. Πιο νεκροί δεν γίνεται. Η διέπουσα τον ζωντανό μας κόσμο «σατανική τάξη», η βασισμένη κατά Ζιράρ στην αέναη πυροδότηση του θυσιαστικού μηχανισμού (της ενοχοποίησης-σταύρωσης του Άλλου) δεν μπορεί εκεί να λειτουργήσει...

Το αντίθετο ακριβώς διαπιστώνουμε να συμβαίνει στην παραδοσιακή ελληνική κοινωνικότητα. Κόλαση είναι εκεί η αδυναμία αλληλοπεριχώρησης των προσώπων. Στην ελληνική Κόλαση δεν βλέπει ο ένας το πρόσωπο του άλλου, βεβαιώνει το Γεροντικό, γιατί βρίσκονται πλάτη με πλάτη. Εκεί συν τρεις δεν κάθονται συν δυο δεν κουβεντιάζουν, επιμαρτυρεί η δημοτική μούσα. Κόλαση είναι η τεχνητή μη ορατότητα του προσώπου του Άλλου. Κόλαση είναι ο απρόσωπος άλλος, η απρόσωπη-διαμεσολαβημένη σχέση. Ακόμα χειρότερα: ο κλώνος-άλλος. Με άλλα λόγια: η Νεωτερικότητα είναι «Κόλαση» για την παραδοσιακή ελληνική ατομικότητα!

«Κόλαση» είναι ο Άλλος και για τον Φρόυντ, τον πατέρα της μοντέρνας - επιστημονικής ψυχολογίας. Η απρόσωπη σχέση αναλυτή-αναλυόμενου είναι η βάση της ψυχαναλυτικής θεραπείας: Ο ασθενής, ξαπλωμένος στο ντιβάνι κι ο γιατρός τοποθετημένος πίσω του, ώστε να μη βλέπει ο ένας το πρόσωπο του άλλου. Η ψυχαναλυτική συνεδρία, εξηγεί ο ψυχίατρος Ι. Κ. Τσέγκος, είναι ένα τεχνητό ψυχόδραμα, όπου παίζονται ρόλοι. Η σχέση είναι πραγματική, αλλά τεχνητή. Όχι α-ληθινή. Δεν ανασύρει το Πρόσωπο από τη λήθη.

Παραπέρα: Η απαλοιφή του Άλλου ισοδυναμεί, στο υπαρξιακό επίπεδο, με φόνο του Άλλου. Όχι μόνο του απολύτου Άλλου (του Θεού) αλλά και του συγκεκριμένου απέναντί μου Πλησίον-Άλλου. Η ψυχική πηγή της ετεροφονικής ορμής είναι η νεκροφορία του κοινωνικώς απρόσωπου αυτοαναφορικού εγώ. Σύμφωνα με τον συνταρακτικό υπαινιγμό του Χ. Μέλβιλ (Η. Παπαγιαννόπουλος, Έξοδος θεάτρου.) η αυτοαναφορική προσωπικότητα λειτουργεί σαν φέρετρο, για τον υποκείμενο προσωπικό υποστατικό της πυρήνα. Ή αλλιώς: η περί εαυτού ιδέα, ως νεκροφόρα του εαυτού. Ο φόνος του Άλλου ως αναγκαία συνθήκη για την υπαρξιακή αυτοεπιβεβαίωση της νεωτερικής προσωπικότητας. Επειδή ακριβώς ο ρόλος της φονικότητας είναι οργανικός, για τη συγκρότηση και την αναπαραγωγή της αυτοαναφορικής ταυτότητας, ο νεωτερικός πολιτισμός θεσμοποιεί τον ανταγωνισμό και αποθεώνει τον καπιταλισμό. Αυτό που ήταν η χειρότερη κατάρα για τους προνεωτερικούς πολιτισμούς γίνεται ένας πανίσχυρος κοινωνικός κινητήρας για τη Νεωτερικότητα. Η αυτοσυντήρηση, ως διεκδίκηση επεκτεινόμενης ισχύος-κυριαρχίας, περιβάλλεται τώρα την περιωπή θεμελίου του όντος. (Π. Κονδύλης, Ισχύς και απόφαση.) Στον θεσμοποιημένο ελεύθερο διαγκωνισμό για την κυριαρχία, ο Άλλος υπεισέρχεται ως θήραμα. Το «κυνήγι» δεν είναι βέβαια αυτοσκοπός. Σκοπός είναι η επιβεβαίωση της αυτοαναφορικότητας, μέσω της παρουσίας του άλλου ως «καμακισμένου θηράματος». Ο θεσμισμένος ανταγωνισμός είναι το πεδίο, όπου η άσκηση της φονικότητας διηνεκώς επιβεβαιώνει και διηνεκώς αναπαράγει τον νεωτερικό άνθρωπο, ως ιδιαίτερη ιστορική μορφή ατομικότητας.

Η νεωτερική αυτοαναφορικότητα αντιστοιχεί σε έναν ειδικό τύπο νοηματοδότησης της αυθυπερβατικής τάσης του ανθρώπου. Η αυθυπέρβαση, με βασική της εκδήλωση την κοινωνικότητα, νοηματοδοτείται εδώ ως τέχνασμα της αυτοσυντήρησης: Κατά βάθος με συμφέρει να είμαι κοινωνικός. Και γι’ αυτό είμαι! Έτσι χτίζεται η κοινωνία-σκηνή, πάνω στην οποία παίζεται το θέατρο της απρόσωπης κοινωνικότητας. Και είναι τόσο μεγαλύτερη η «κοινωνικότητα» αυτή, όσο ισχυρότερος είναι ο υπαρξιακός αυτισμός και όσο καλύτερα εμπεδωμένος ο θεσμοποιημένος ανταγωνισμός. Η πλήθυνση των «θεματικών οργανώσεων» δεν είναι εδώ ένδειξη «σφύζουσας κοινωνικότητας». Η νεωτερική κοινωνικότητα είναι πλασματική-θεατρική. Είναι ο καθρέφτης, μέσα στον οποίο το νεωτερικό Άτομο μπορεί να αναγνωρίσει, σαν ένσαρκο αυτοείδωλο, την περί εαυτού ιδέα ως αυτοαναφορικού απολύτου. Φτιαγμένη, η απρόσωπη-θεατρική κοινωνικότητα, έτσι ώστε να προσδίδει υπόσταση στο Αυτοείδωλο, είναι συνθήκη ζωτική, εκ των ων ουκ άνευ, για την αναπαραγωγή του. Γι’ αυτό και η «ριζική κοινωνική αμφισβήτηση» είναι εδώ πάντοτε φαντασιώδης. Το Αυτοείδωλο δεν μπορεί «να ανατρέψει το Σύστημα», να καταστρέψει δηλαδή τον καθρέφτη, στον οποίο χρωστά την τεχνητή-αφύσικη παρουσία του.

Η αυτοειδωλοποίηση κρύβει έναν τρισδιάστατο οντολογικό μηδενισμό: Τον μηδενισμό της αυθυπερβατικής δυναμικής του προσώπου (: Θεός = 0. Δεν υπάρχει. Ή αν υπάρχει δεν παρεμβαίνει: κούρδισε το κοσμικό ρολόι και αποσύρθηκε.). Τον μηδενισμό της αυτονομίας του συλλογικού υποκειμένου (: Συλλογική ουσία = 0. Η ομάδα δεν έχει αυτόνομη υπόσταση, είναι άθροισμα Ατόμων. Ρουσωικό ή χομπσιανό «Συμβόλαιο».). Τον μηδενισμό της σημασίας των εμπροσώπων ενεργειών-σχέσεων (: Η ανθρώπινη φύση δεν επιδέχεται ούτε χρειάζεται βελτίωση. Οι ενέργειες του υποκειμένου δεν του δίνουν καμιά δυνατότητα να υπερβεί τη «φύση» του, διότι τα πάθη του είναι «φυσικά»).

Ο οντολογικός μηδενισμός είναι επικίνδυνος, γιατί εισάγει μια φυσιοκρατική κοινωνική οντολογία, όπου η φθορά και ο θάνατος ανάγονται σε θεμέλιο του όντος. Ένας κόσμος δεσποζόμενος από τη φθορά και τον θάνατο, υποβιβάζει το αυτοαναφορικό υποκείμενο σε φανταστικό. Επιπλέον το κάνει δυστυχισμένο, καθώς το φέρνει αντιμέτωπο με την απώλεια του νοήματος. Εδώ βρίσκεται και η συστατική αντίφαση και συγχρόνως η ανησυχία του διαφωτισικού αυτοαναφορικού λόγου, ο οποίος θέλει τον κόσμο φυσιοκρατικό-εξαντικειμενισμένο, ενώ μέσα σε έναν τέτοιο κόσμο απλώς αδυνατεί ο ίδιος να δικαιολογήσει τη «φυσικότητα» της διεκδίκησής του για απόλυτη αυτοαναφορική ελευθερία. Αν εμμείνει στον φυσιοκρατισμό απειλείται από τον μηδενισμό. Αν ενδώσει στον μηδενισμό απειλείται η ψυχική του δύναμη και συνοχή. Πρόκειται για την αντίφαση που κυνηγά το νεωτερικό Άτομο από την πρώτη στιγμή της ανάδυσής του στο ιστορικό προσκήνιο. (Π. Κονδύλης, Ο ευρωπαϊκός Διαφωτισμός.)

Ο οντολογικός μηδενισμός δεν ήταν ούτε και είναι, ωστόσο, αυτοσκοπός. Το πρόβλημα της Νεωτερικότητας δεν είναι η αδυναμία της να τον συνειδητοποιήσει και να του ασκήσει κριτική. Ενώ στις απαρχές της προσπαθούσε να τον κρύψει κάτω από το χαλί, ήδη από την εποχή του Νίτσε και του Ντοστογιέφσκι, έχει σωρεύσει αρκετό τον οξύ προβληματισμό. Ο Χάϊντεγκερ θα προτείνει μάλιστα μια ολοκληρωμένη μηδενιστική οντολογία. (Τη μόνη, κατά τον Χρ. Γιανναρά, συνεκτική εναλλακτική αντιπρόταση στην ελληνική προσωποκεντρική οντολογία.) Ο νεωτερικός άνθρωπος θα πετούσε ευχαρίστως από πάνω του τον οντολογικό μηδενισμό, αν πετώντας τον μπορούσε να διατηρήσει την αγαπημένη του αυτοειδωλολατρική ταυτότητα. Αυτό, δηλαδή, που με τίποτα δεν θέλει να πετάξει είναι η απολύτως αυτοαναφορική νοηματοδότηση της ατομικής ελευθερίας του.

Πρέπει τέλος να σημειώσουμε ότι οι μηδενιστικές οντολογικές εξισώσεις δεν αναφέρονται στην ατομικότητα αυτή καθαυτή, αλλά στη νεωτερική ιστορική μορφή της. Η προέλευση τους είναι «πολεμική». Το δυτικό Άτομο «μηδένισε» τη μεσαιωνική θεότητα, για να απαλλαχθεί από τις κολεκτιβιστικές εξουσίες, που την είχαν κάνει όργανό τους. Το ελληνικό Άτομο δεν είχε ανάγκη ένα τέτοιο ριζικό διάβημα. Ναι μεν έκλεισε στον Τάρταρο την κολεκτιβιστική «γενιά του Κρόνου» (ανάλογη μορφή «μηδενισμού») αλλά δεν τα πήγαινε καθόλου άσχημα με τον Ολυμπιακό θίασο, που εγκαθίδρυσε στη θέση της. 

Μόνο στην κλασική εποχή, όταν η εξατομίκευση είχε ολοκληρωθεί, άρχισε να νιώθει άβολα με τους θεούς του και τους έθεσε εκτός πολιτικής σκηνής........2. Η συστημική απροσωπία ,  3. Ο Digital Man, 4. Στους αντίποδες (antifono.gr)
17/10/13

No comments:

Post a Comment

Only News

Featured Post

US Democratic congresswoman : There is no difference between 'moderate' rebels and al-Qaeda or the ISIS

United States Congresswoman and Democratic Party member Tulsi Gabbard on Wednesday revealed that she held a meeting with Syrian Presiden...

Blog Widget by LinkWithin