Saturday, June 9, 2012

Ποιος δεν θέλει τις συνεργασίες ...

Γράφει ο Νίκος Παπαχρήστος*
Πόσο ειλικρινές και ρεαλιστικό είναι να δηλώνεις ότι επιδιώκεις να συμβάλεις στο σχηματισμό κυβέρνησης με κατεύθυνση την άμεση κατάργηση του νόμου που κύρωσε τη δανειακή σύμβαση και ότι στη συνέχεια θα αναζητήσεις βελτίωση συνθηκών για σύναψη νέας συμφωνίας, αφήνοντας όμως εν τω μεταξύ σε εκκρεμότητα (δηλ. “στον αέρα” ή στον “πάγο”) δικαιώματα και υποχρεώσεις της χώρας έναντι των δανειστών της και αντίστροφα;

Στην περίπτωση του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. η παραπάνω δήλωση είναι απολύτως συνεπής με όσα ο επικεφαλής του υποστήριξε στις συναντήσεις των πολιτικών αρχηγών με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας κατά τη διαδικασία των διερευνητικών εντολών μετά τις εκλογές της 6ης Μαΐου.
Στις επικείμενες βουλευτικές εκλογές κρίνονται οι πολιτικές προτάσεις, όμως δεν θα ήταν χωρίς σημασία να θυμηθεί κανείς τη στάση που οι πολιτικές δυνάμεις επέδειξαν κατά τη θεσμικά κρίσιμη στιγμή ανάθεσης και χειρισμού των διερευνητικών εντολών και των διαβουλεύσεων των πολιτικών αρχηγών μεταξύ τους και με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, σύμφωνα με τα Πρακτικά των συζητήσεων που δημοσιοποίησε η Προεδρία της Δημοκρατίας.
Τότε, λοιπόν, δηλαδή πριν από ένα μήνα, η Ν.Δ., το ΠΑ.ΣΟ.Κ. και η ΔΗΜ.ΑΡ. έθεσαν ως αναγκαία προϋπόθεση για το σχηματισμό της οποιασδήποτε κυβέρνησης τη συμμετοχή του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. σ’ αυτήν. Εναλλακτικά προτάθηκε να σχηματίσει κυβέρνηση ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. με τη ΔΗΜ.ΑΡ. και να δοθεί ψήφος εμπιστοσύνης από τους λοιπούς ή αυτοί να απέχουν από τη σχετική ψηφοφορία (“στάση ανοχής”).
Η στάση ανοχής είχε ως αναφορά τη διάταξη του άρθρου 84 § 6 εδάφιο πρώτο του Συντάγματος, σύμφωνα με την οποία η πρόταση εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση γίνεται δεκτή εφόσον εγκριθεί από την απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων βουλευτών, η οποία όμως δεν μπορεί να είναι κατώτερη από τα 2/5 του όλου αριθμού των βουλευτών.
Η ανάγκη συμμετοχής του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. σε κυβέρνηση και η παροχή θετικής ψήφου εμπιστοσύνης σε αυτήν θεμελιωνόταν στη δεύτερη θέση που είχε καταλάβει στην κατανομή των ψήφων και στην αντίστοιχη πολιτική ευθύνη που -κατά την άποψη των προτεινόντων- του αναλογούσε.
Όμως ο επικεφαλής του όχι μόνο απέκλεισε οποιαδήποτε συμμετοχή σε κυβέρνηση μαζί με τη Ν.Δ. και το ΠΑ.ΣΟ.Κ., αλλά αρνήθηκε τη συμμετοχή ή την παροχή ψήφου εμπιστοσύνης σε οποιαδήποτε κυβέρνηση, επειδή, όπως δήλωσε, δεν είχε ο ίδιος κατορθώσει να επιβάλει στους λοιπούς τη δική του (πάντως μειοψηφική) πολιτική θέση, δηλαδή την ακύρωση της ισχύουσας δανειακής σύμβασης και την εκ του μηδενός απόπειρα κατάρτισης νέας με καλύτερους όρους.
Όσο για την ανοχή (προς την όποια κυβέρνηση) με αποχή από τη σχετική ψηφοφορία, διατύπωσε επιφύλαξη ως προς τη συνταγματική ορθότητα μιας τέτοιας διαδικασίας (που πάντως προβλέπει το άρθρο 84 του Συντάγματος).
Εν πάσει περιπτώσει, προέτρεψε να σχηματίσουν κυβέρνηση τα υπόλοιπα κόμματα, καθώς διέθεταν αθροιστικά τον απαιτούμενο αριθμό εδρών, δηλώνοντας ότι αυτός θα επέλεγε το ρόλο της αντιπολίτευσης.
Είναι χαρακτηριστικό και πρέπει ίσως να καταγραφεί, ότι παρόμοια άποψη για τη (μη) συνεργασία στο πλαίσιο των διερευνητικών εντολών και των σχετικών διαβουλεύσεων εξέφρασε και η επικεφαλής του Κ.Κ.Ε. Κατά τη συνάντησή της με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας υποστήριξε ότι δεν θα είχε νόημα να κρατήσει τη διερευνητική εντολή, που θα της ανατίθετο εάν υποτεθεί πως το κόμμα της κατείχε την τρίτη θέση, αφού θεωρεί εκ των προτέρων αδύνατο οι λοιποί να υιοθετούσαν το πρόγραμμα του Κ.Κ.Ε. – προϋπόθεση που προφανώς η ίδια θεωρεί απολύτως αναγκαία για να έχει νόημα μία διερευνητική εντολή, όπως ακριβώς και ο επικεφαλής του ΣΥ.ΡΙΖ.Α.
Δεν είναι σαφές εάν η αιτία της στάσης αυτής ανάγεται στο βαθμό και την ποιότητα της αριστερής κουλτούρας που διαθέτει καθένας από τους δύο ηγέτες –είναι άλλοι αρμοδιότεροι του γράφοντος για να το κρίνουν και γι’ αυτό προϋποτίθεται και ο ορισμός των σχετικών μεθοδολογικών κατηγοριών και ιδεολογικών παραδοχών.
Πάντως αυτή είναι η περί συνεργασιών αντίληψη δύο εκδοχών της Αριστεράς στη χώρα μας και -λαμβανομένων υπόψη των διαφόρων σφυγμομετρήσεων- αποτελεί μία ισχυρή και ασφαλή ένδειξη για τον τρόπο με τον οποίο ο επικεφαλής του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. θα χειριστεί και τη διερευνητική εντολή που θα του ανατεθεί μετά τις εκλογές της 17ης Ιουνίου.
Όταν θα χρειαστεί να γίνει υπεύθυνη σύνθεση απόψεων για να δοθεί κυβερνητική λύση.
Όταν θα χρειαστεί να σχηματιστεί μία κοινοβουλευτική πλειοψηφία που πολιτικά να ενσωματώνει θέσεις και της (όποιας) μειοψηφίας, ώστε το κυβερνητικό σχήμα να έχει και διάρκεια και την ευρύτερη δυνατή κοινωνική νομιμοποίηση.
Ως γνωστόν, στις βουλευτικές εκλογές καταγράφεται ο συσχετισμός των κοινωνικών δυνάμεων τη στιγμή διεξαγωγής της εκλογικής διαδικασίας και έτσι προκύπτει η σύνθεση της Βουλής, που μέχρι την επόμενη διάλυσή της έχει το τεκμήριο της αντιπροσωπευτικότητας, δηλαδή τεκμαίρεται πως (εξακολουθεί να) αποτυπώνει τη βούληση του εκλογικού σώματος.
Αυτή είναι η τυπική νομιμοποίηση της Βουλής, επομένως και της κυβέρνησης στην οποία η Βουλή θα παρέχει την εμπιστοσύνη της. Από τη στιγμή αυτή, όμως, η κυβέρνηση καλείται να εφαρμόσει πολιτικές και έτσι ξεκινά η δοκιμασία στη σχέση της με την κοινωνία, που είναι διαρκής και έχει διακυμάνσεις και μπορεί να μεταβάλει συνεχώς το συσχετισμό των δυνάμεων που υπήρχε κατά τη διεξαγωγή των εκλογών. Έτσι γίνεται πάντα.
Μπροστά μας όμως είναι τώρα η αφετηρία της επόμενης φάσης: οι εκλογές και το αποτέλεσμά τους, η διαδικασία των διερευνητικών εντολών και η προσπάθεια σχηματισμού κυβέρνησης που θα έχει την εμπιστοσύνη της Βουλής.
Θα υπάρξει και τότε από ορισμένους εμμονή στην άποψη ότι η συνεργασία προϋποθέτει μονομερή επιβολή απόψεων;
Θα απέχουν και τότε από οποιαδήποτε συνεργασία οι εκπρόσωποι εκείνης της μερίδας της Αριστεράς που φαίνεται πως διαθέτει μία εκλογική επιρροή μεγαλύτερη από άλλες αριστερές δυνάμεις;
Θα στερήσουν και τότε από την κυβέρνηση τη δυνατότητα να ενσωματώσει τις περισσότερες δυνατές απόψεις ενόψει της εθνικής κρίσης;
Θα προσέλθουν και πάλι με την αλαζονεία που δίνει η αύξηση των ποσοστών;
Ποια εκδοχή της Αριστεράς επιφυλάσσει για τον εαυτό της το μονοπώλιο του καταγγελτικού και μόνο λόγου;
Και αλήθεια: ποιος εκφράζει στη χώρα μας την Κεντροαριστερά, τη σοσιαλδημοκρατία, που μπορεί να αποτελέσει ένα καταλύτη σε τέτοιες συμπεριφορές;
Στο ερώτημα αυτό, που έχει ιδεολογικό και οργανωτικό χαρακτήρα, θα επανέλθουμε.

*Είναι διδάκτορας Συνταγματικού Δικαίου, δικηγόρος, έχει πραγματοποιήσει μεταπτυχιακές σπουδές στο δημόσιο δίκαιο στο Παρίσι και τη Θεσσαλονίκη, έχει γράψει τρεις επιστημονικές μονογραφίες και έχει δημοσιεύσει μελέτες, σχόλια νομολογίας και βιβλιοκρισίες σε επιστημονικά περιοδικά και συλλογικούς τόμους. Έχει διδάξει στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου και στο Πάντειο.

No comments:

Post a Comment

Only News

Featured Post

US Democratic congresswoman : There is no difference between 'moderate' rebels and al-Qaeda or the ISIS

United States Congresswoman and Democratic Party member Tulsi Gabbard on Wednesday revealed that she held a meeting with Syrian Presiden...

Blog Widget by LinkWithin